- καταντιον
- καταντίονκατ-αντίονIpraep. cum gen. и dat. против, напротив
(τινός и τινί Her.)
IIadv. против, лицом к лицуὁ κ. Soph. — противник (в бою)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(τινός и τινί Her.)
ὁ κ. Soph. — противник (в бою)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
καταντίον — και καταντία (Α) επίρρ. ακριβώς απέναντι, κατευθείαν απέναντι («καταντίον δ αὑτοῡ αἱ ἵπποι τετάφαται», Ηρόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + ἀντίον / ἀντία (< ἀντίος «αυτός που βρίσκεται απέναντι σε κάποιον άλλον»), πρβλ. εν αντίον] … Dictionary of Greek
καταντίον — καταντάω come down to pres part act masc voc sg (epic doric ionic) καταντάω come down to pres part act neut nom/voc/acc sg (epic doric ionic) καταντίον over against indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καταντία — καταντία, ἡ (Α) [κατάντης] 1. το κρέμασμα προς τα κάτω 2. (ως επίρρ.) καταντίον* («πόντου καταντία κυμαίνοντος»). [ΕΤΥΜΟΛ. Ως ουσ. < κατ(α) * + ἀντία, θηλ. τού ἀντίος (< ἀντί). Ως επίρρ. πιθ. < φρ. κατ’ ἀντία, όπου ἀντία επίρρ. <… … Dictionary of Greek
ούκουν — οὔκον, ιων. τ. οὐκ ὦν (Α) επίρρ. 1. βεβαίως δεν, ασφαλώς δεν («οὔκουν μ ἐν Ἄργει γ οἷα πράττεις λανθάνει», Αριστοφ.) 2. (με ανακεφαλαιωτική σημ. και σε απόδοση υποθ. λόγου) σύμφωνα με αυτά δεν, με την προϋπόθεση αυτή δεν («οὔκουν ἀπολείψομαί γέ… … Dictionary of Greek